Δεν είμαστε παρά ένας ακόμα μικρός πυρήνας ανθρώπων που τους μεταδόθηκε το μικρόβιο του γηπέδου από γονείς και παρέες,
Eίμαστε μάλλον η τελευταία γενιά που το προλάβαμε (ευτυχώς) με τα τσιμέντα του και χωρίς τις κάμερες του, με τους αντίπαλους οπαδούς και τις δικές μας εκδρομές, με τα μη ονομαστικά διαρκείας αλλά και τα παρακαλετά σε αγνώστους να μας περάσουν όταν δεν είχαμε τα λεφτά ή δεν γουστάραμε να τα δίνουμε, με τα νέυρα προς τους μπάτσους και τους σεκιουριτάδες (που κάποτε ήταν πρώην ή νυν συνδεσμίτες) , με τα βρισίδια στους επίσημους. Στους χώρους μέσα και έξω από αυτό μεγαλώσαμε, σωθήκαμε από την αποστείρωση που γεύτηκαν οι υπόλοιποι συνομήλικοι μας στα νετ καφέ, τα φροντιστήρια, στην ζωή αφιερωμένη στην καριέρα.
Κάπου μέσα σε όλα αυτά αγαπήσαμε και μισήσαμε ανθρώπους, κυρήξαμε τον πόλεμο και συμμαχήσαμε με άλλους πάνω σε κριτήρια τα οποία σύντομα μας φάνηκαν λειψά.
Προσπαθήσαμε και προσπαθούμε (αντιλαμβανόμενοι την ηλιθιότητα που μας έδερνε) να δημιουργήσουμε και να μεταδόσουμε μια νέα κουλτούρα στις τάξεις των οπαδών της δικιάς μας ομάδας, που τυγχάνει να είναι η ΞΑΝΘΗ, αλλά και στους υπόλοιπους οπαδούς που βαράν τον ίδιο νταλκά με μας και προσπαθούν κάτι ανάλογο στις δικιές τους ομάδες, η οποία χωρίς να απορρίπτει την ιδιότητα και ταυτόχρονα ιδιαιτερότητα μας να μας αρέσει το ποδόσφαιρο και πολύ περισσότερο η συνεύρεση του κόσμου γύρω από αυτό, έρχεται να επαναπροσεγγίσει τα ζητήματα του οπαδισμού, της κουλτούρας γύρω από το ποδόσφαιρο, της βίας και της ρουφιανίας μέσα σε αυτό.
Της ρουφιανιάς η οποία ως η βασική σχέση στην κοινωνίας μας(δυστηχώς), δεν μπορεί να λείψει και από το γήπεδο. Και πολλές φορές με καταστρεπτικά αποτελέσματα για τους ίδιους τους φορείς της. Ας μην θεωρηθεί μελό να επαναδιατυπώσουμε πως δύο δεκαπεντάχρονοι που το σκαν από το σπίτι για να παν εκδρομή, και μπαίνουν στο γήπεδο διαφορετικής ομάδας έχουν περισσότερα κοινά με εμάς, παρ' ότι δύο οπαδοί της ΞΑΝΘΗΣ, ο ένας εκ των οποίων βρίσκεται στα δημοσιογραφικά, ή δουλεύει είτε ως δημοσιογράφος είτε ως σεκιουριτάς ή οραματίζεται να κατακτήσει την Κωσταντινούπολη, την Μικρασία κλπ.
Η ίδια η ζωή που ζούμε μας έχει κάνει να είμαστε πολύ προσεκτικοί με το ποιους νοιώθουμε κοντά, και πολύ περισσότερο με ποιους θα θέλαμε να είμαστε κοντά. Και οι αποκλεισμοί της που βιώσαμε, τα πρέπει της, και οι συνθήκες που μας προσφέρει μας έχει κάνει αμέσως μετά να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι.
Και για να αρχίσουμε να γινόμαστε πιο συγκεκριμένοι προφανώς δεν νοιώθουμε καθόλου κοντά μας οποιονδήποτε κύριο στα δημοσιογραφικά στα Πηγάδια και τις φυλλάδες τους (έντυπες ή ηλεκρονικές), βασικά καμία εφημερίδα και κανέναν εκδότη(στην πόλη μας), ούτε τους σεκιουριτάδες που το παίζουν ΑΟΞΑΡΕΣ, βασικά, γενικά τους σεκιουριτάδες.Ούτε ανθρώπους που πολιτεύονται με οποιοδήποτε κόμμα ελπίζοντας στις ψήφους των προβάτων που υπάρχουν στην κερκίδα μας (όπως και σε όλες τις ομάδες, βασικά, όπως και σε όλη την κοινωνία), ούτε τους Ξανθιώτες που ίσως έχουν ρουφιανέψει (όπως τους ρουφιάνους όλων των ομάδων, βασικά, γενικά τους ρουφιάνους).
Ενώ τέλος δεν θα αντέχαμε ποτέ υπό το πρίσμα του “η ομάδα πάνω απ' όλα” να μας χλεβάζουν για τις δικές μας ''πολιτικές'' συνειδήσεις που πιστεύουμε για να επιβάλουν τα δικά τους εθνόσημα, τα δικά τους στοχάδια, τις δικές τους νεκροκεφαλές των ΕΣ-ΕΣ, καί μετά να έχουν την ανάγκη να αγκαλιαστούμε μαζί σε ένα σύνθημα ή να κλάψουμε μαζί με ανθρώπους που λένε συνθήματα μίσους για τους ξένους. (Ενώ τέλος μόνο ντροπή θα πρέπει να γεμίζει αν όχι μια μπουνιά στο αριστερό τους μάτι όσους είναι ακροδεξιοί στη ΔΙΚΙΑ ΜΑΣ κερκίδα)
Κι επειδή ξέρουμε πως πολλά πράγματα είναι πολύ πιο περίπλοκα απ' ότι φαίνονται, λέμε πως κι εμείς ποτέ δεν μπορέσαμε να διώξουμε από τις κερκίδες της ζωής μας και του γηπέδου ούτε αυτούς, ούτε ρουφιανάκια , ούτε τους επίσημους, ούτε τους σεκιουριτάδες συνδεσμίτες από την ομάδα μας, αλλά τουλάχιστον πολεμήσαμε (κυριολεκτικά και μεταφορικά) για να αφήσουμε όσο το δυνατόν λιγότερο χώρο σε όλους αυτούς, που επιτέλους δεν τολμάν ούτε να σηκώσουν τους αγκυλωτούς της δεκαετίας του 90 αλλά και ούτε να τολμήσουν να εκφράσουν φασιστικές ιδέες συνοδευόμενο με το “δικό τους” πολιτικό περιεχόμενο.
Και θα μαστε ακόμα πιο περήφανοι όταν ακουστούν τα συνθήματα “ΠΟΥΤΑΝΑΣ-ΓΙΟΙ- ΕΠΙΣΗΜΟΙ,ΑΛΗΤΕΣ-ΡΟΥΦΙΑΝΟΙ-ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΙ” ξεπερνώντας τα απλά γιουχαρίσματα σε “ποντίκια του παρελθόντος και του μέλλοντος” αλλά και όταν σταματήσει ο κάθε δημοσιογράφος να εκμεταλεύετε την αγάπη μας για την ομάδα και να την κάνει εμπόριο. Η ΑΟΞΑΡΑ, η φάση γύρω από το γήπεδο, οι φιλίες και οι σχέσεις που γεννήθηκαν στις εκδρομές, τα ψειρίσματα στα μαγαζιά των εθνικών οδών, οι κλεισμένοι λαιμοί από τα 5ωρα (και όχι απλά 90 λεπτα συνθημάτων), δεν έχουν να κάνουν με κανέναν από αυτούς, που για λίγα παραπάνω ευρώ θα φύγουν ή θα έρθουν θα πουληθούν και θα πουλήσουν στεγνά, με κανέναν από αυτούς που δεν έχουν καταλάβει ποτέ, παρ' όλο που βρίσκονται στο ίδιο γήπεδο μαζί μας, το τι ακριβώς σημαίνει τραβάω ζόρι για την ομάδα, τι ιεροτελεστία είναι για κάποιους να φορέσουν το κασκόλ στο λαιμό και να ξεκινήσουν για το γήπεδο, πόσο σημαντικό είναι να υπάρχουν τα πανό και οι σημαίες παρόλο που ενοχλούν ή κρύβουν το θέαμα του αγωνιστικού χώρου.
Και θα είμαστε ακόμα πιο ευτυχισμένοι όταν όλοι οι οπαδοί της ΞΑΝΘΗΣ που επέλεγαν στον αγώνα με την Καβάλα (και σε άλλους αγώνες) να ασχολούνται μόνο με το πως θα δείρουν τον οποιονδήποτε “πούστη Καβαλιώτη” σταματήσουν να στρέφουν το μίσος τους απέναντι σε οποιονδήποτε που απλά έτυχε, ή έμαθε ή γούσταρε να αγαπάει μια άλλη ομάδα και να αντιληφθούν πως ο εχθρός είναι αλλού και ίσως να κερδίζει πολλά από την κατάσταση άμετρης βίας μεταξύ ανθρώπων που “στο ίδιο καζάνι βράζουνε”.
ΑΣ ΣΤΡΕΨΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΓΑΝΑΚΤΗΣΗ ΜΑΣ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Ο ΕΧΘΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΜΑΣ
ΤΣΑΚΗΣΤΕ ΤΟΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου